Η επιθυμία και η τάση των γονιών να σπρώξουν τα παιδιά τους προς τον αθλητισμό είναι απαραίτητη και μπορεί να συμβάλει καθοριστικά στο να μεγαλώσουν σωστά και να αποφύγουν κάθε λογής κινδύνους που έχει η ζωή μακριά από τον αθλητισμό. Πότε όμως αυτή η τάση μπορεί να γίνει επικίνδυνη; Πότε οι γονείς παίρνουν ρόλους που δεν τους ταιριάζουν (σ.σ. όπως είναι αυτός του προπονητή) και μετατρέπονται σε βασανιστές των παιδιών τους; Πότε τα απωθημένα του πατέρα ή της μητέρας δημιουργούν πάρα πολλά προβλήματα σε αθώες παιδικές ψυχές;
«Το παιδί μου είναι μόνο για την Μπαρτσελόνα»
Αφορμή για να γεννηθεί η ιδέα να γραφτεί το συγκεκριμένο άρθρο δόθηκε από μια συζήτηση με έναν πατέρα οκτάχρονου αγοριού που παίζει ποδόσφαιρο σε μία ακαδημία της Αττικής. Ο προβληματισμός του, λοιπόν, ήταν πως το παιδί του θα μπορέσει να κάνει επαγγελματική καριέρα αλλά με την προϋπόθεση πως αυτή θα γίνονταν εκτός Ελλάδας και μόνο στην Μπαρτσελόνα. «Εχεις δει τον Μέσι; Ο πιτσιρικάς θα γίνει πολύ καλύτερος. Εχουν έρθει και τον έχουν δει από την Ισπανία και τον ζήτησαν στην ακαδημία τους η Λεβάντε και η Ντεπορτίβο λα Κορούνια. Δεν θέλω, όμως, να πάει εκεί και δεν θα πάει. Εγώ θέλω να πάει στην Μπαρτσελόνα. Μόνο για εκεί είναι το παιδί μου. Πες μου, πως μπορούμε να το κάνουμε». Σε αυτή την ερώτηση φυσικά και απάντηση δεν πήρε αλλά του κάναμε μία ερώτηση: «Γιατί δεν θέλει να πάει πουθενά αλλού και όταν είναι έτοιμος και εφόσον είναι καλός να φτάσει στο πάνω ράφι που είναι η Μπαρτσελόνα;»
Η απάντηση έδωσε τέλος στην συζήτηση αλλά κατέδειξε και το πρόβλημα: «Το όνειρό μου, που είναι και δικό του είναι αυτό. Δεν θέλω να παιδευτούμε με άλλες ομάδες. Μόνο για την Μπαρτσελόνα είναι ο μικρός». Δεν χρειάζεται να έχει σπουδάσει κανείς ψυχολογία για να καταλάβει πως στην συγκεκριμένη περίπτωση το πρόβλημα είναι πολύ μεγάλο και για την ιστορία θα πρέπει να σημειώσουμε πως όντως ο μικρός έχει πολύ καλά στοιχεία και τον ζήτησαν οι ομάδες που αναφέρθηκαν πιο πάνω. Δεν πήγε, όμως, ποτέ όχι γιατί δεν είχε την δυνατότητα αλλά γιατί δεν του έκανε πρόταση η Μπαρτσελόνα.
«Πήγα να καταστρέψω το παιδί μου. Ευτυχώς το κατάλαβα νωρίς»
Μια παρόμοια στάση τήρησε και ο Βαγγέλης Α. που κατοικεί στο Χαλάνδρι. Αυτή τη στιγμή ο γιος του είναι 13 ετών και συνεχίζει να παίζει μπάλα σε ομάδα της περιοχής του μόνο που αντί να είναι με το άγχος μην κάνει κάτι λάθος, πλέον χαίρεται όσο τίποτα άλλο με το να παίζει με τους φίλους του. Και όμως για δύο χρόνια είχε σταματήσει να παίζει ποδόσφαιρο και ήταν στα πρόθυρα της κατάθλιψης εξαιτίας της συμπεριφοράς του πατέρα του. Γνωρίζοντας την ιστορία, όταν τον ενημερώσαμε για το θέμα που ετοιμάζαμε ήταν διστακτικός να μας μιλήσει αλλά το έκανε με την ευχή να βοηθήσει όσους γονείς ακόμη δεν έχουν καταλάβει τι έγκλημα διαπράττουν.
«Όταν ξεκίνησε να παίζει μπάλα το παιδί φαίνονταν πως είχε δυνατότητες αλλά στα δικά μου τα μάτια ήταν πολύ μεγαλύτερες από ότι ήταν πραγματικά. Για την ακρίβεια δεν ξέρω τι δυνατότητες έχει το παιδί και μόνο τώρα που έχω μια φυσιολογική σχέση με τον προπονητή του αρχίζω να καταλαβαίνω πράγματα. Περίμενα όλη την εβδομάδα για να τον πάω στο γήπεδο να τον δω να παίζει. Μόνο που δεν χαιρόμουν που τον έβλεπα αλλά έκανα το ένα τσιγάρο μετά το άλλο από την αγωνία μου. Μετρούσα πόσες χαμένες πάσες έκανε, πόσα γκολ δεν έβαλε, πότε δεν έκοψε τον αντίπαλό του και στη συνέχεια τον κατσάδιαζα. Ποτέ δεν θυμάμαι τον εαυτό μου να του είπα μπράβο και ότι και να μου έλεγε ο προπονητής του εγώ συνέχιζα αυτή την τακτική. Κάποια στιγμή, όταν το παιδί πήγε στα 11 αρνήθηκε να πάει για προπόνηση. Όταν τον ρώτησα γιατί δεν μου απάντησε, μόνο έκλαιγε και μου είπε πως δεν θέλει να πάρει ποτέ ξανά για ποδόσφαιρο γιατί δεν του αρέσει. Θύμωσα. Φώναξα και για καιρό δεν μπορούσα να καταλάβω τη στάση του. Και όμως το παιδί μαράζωνε. Εφυγε από κοντά μου και έδειχνε να μην έχει πλέον ενδιαφέροντα. Η γυναίκα μου με πίεσε για να ζητήσουμε τη γνώμη του ειδικού και η διάγνωση ήταν η μεγαλύτερη σφαλιάρα της ζωής μου: Έντονο στρες που έφερε το παιδί στα όρια της κατάθλιψης. Μας πήρε χρόνο μέχρι να μου ζητήσει ο ίδιος να πάει για μπάλα και πλέον τον βλέπω και τον χαίρομαι. Μακάρι να μην του είχα κάνει ζημιά αλλά δυστυχώς το δικό μου απωθημένο με τύφλωσε».
«Τα παράτησα στα 17 και έφταιγε ο πατέρα μου»
Ο Λευτέρης Α. είναι τώρα 33 ετών και εργάζεται σε τουριστικό γραφείο στον Πειραιά. Πριν από 16 χρόνια ήταν ένα παιδί που υπόσχονταν πολλά παίζοντας ποδόσφαιρο. Αγωνιζόταν σε μία από τις ερασιτεχνικές ομάδες του Πειραιά και είχε αρχίσει να προσελκύει το ενδιαφέρον αρκετών ανθρώπων στον χώρο του ποδοσφαίρου.
Σε μία από αυτές τις «παρακολουθήσεις» η ομάδα του κέρδισε πέναλτι και όπως συνηθίζονταν, αυτός ήταν που το εκτέλεσε. Αυτή τη φορά η μπάλα δεν του έκανε το χατίρι και έφυγε άουτ. Απογοητεύτηκε, αλλά συνέχισε να παίζει καις το τέλος η ομάδα του έχασε με 1-0. Στο τέλος του αγώνα ο πατέρας του τον πλησίασε και του είπε «μόλις έχασες την ευκαιρία σου. Τους βλέπεις αυτούς ήρθαν να σε δουν και εσύ πήγες και έχασες το πέναλτι. Ηθελα να ήξερα που το είχες το μυαλό σου; Δεν γίνονται έτσι οι ποδοσφαιριστές αγόρι μου».
Αυτές ήταν και οι τελευταίες κουβέντες που του είπε ο πατέρας του για την μπάλα καθώς όταν γύρισε στο σπίτι τα πέταξε όλα και δεν ξανάπαιξε ποτέ ποδόσφαιρο. Μας μίλησε για εκείνη τη στιγμή και για το τι ακολούθησε: «Στα 17 μου σταμάτησα να παίζω μπάλα εξαιτίας αυτής της συμπεριφοράς. Δεν του κρατάω κακία, πατέρας μου είναι αλλά έφταιγε που τα παράτησα. Με πίεζε πάρα πολύ και εκείνη την ημέρα η σταγόνα ξεχείλισε το ποτήρι. Ξέρεις, όμως, ποιο είναι το κακό; Αρχισα να κάνω βλακείες. Ξεκίνησα το κάπνισμα, δεν έτρωγα καλά και την ώρα που ήμουν στις προπονήσεις τις περνούσα στις καφετέριες ή στο σπίτι να βλέπω τηλεόραση. Δεν ξέρω αν θα έκανα καριέρα, αλλά αυτό που ξέρω είναι πως θα έκανα πολύ καλύτερη ζωή αν δεν είχα κόψει την μπάλα».
Πηγή:http://www.eleftherostypos.gr/sports/51286-athlitiko-bullying-i-allios-otan-oi-goneis-vasanizoun-ta-paidia-tous/