Η επιθυμία και η τάση των γονιών να σπρώξουν τα παιδιά τους προς τον αθλητισμό είναι απαραίτητη και μπορεί να συμβάλει καθοριστικά στο να μεγαλώσουν σωστά και να αποφύγουν κάθε λογής κινδύνους που έχει η ζωή μακριά από τον αθλητισμό. Πότε όμως αυτή η τάση μπορεί να γίνει επικίνδυνη; Πότε οι γονείς παίρνουν ρόλους που δεν τους ταιριάζουν (σ.σ. όπως είναι αυτός του προπονητή) και μετατρέπονται σε βασανιστές των παιδιών τους; Πότε τα απωθημένα του πατέρα ή της μητέρας δημιουργούν πάρα πολλά προβλήματα σε αθώες παιδικές ψυχές;
Γράφει ο Μιχάλης Μαρδάς
Σε όλα τα παραπάνω ερωτήματα θα προσπαθήσουμε να δώσουμε απαντήσεις μέσα από το EThe Magazine του EleftherosTypos.gr. Από μαρτυρίες προπονητών, παιδιών, από άρθρα επιστημόνων που έχουν ασχοληθεί με το συγκεκριμένο θέμα αλλά και από αντιδράσεις γονέων που εν αγνοία τους εκδήλωναν τα πάθη τους στο γήπεδο παρακολουθώντας το παιδί τους.
«Το παιδί μου είναι μόνο για την Μπαρτσελόνα»
Αφορμή για να γεννηθεί η ιδέα να γραφτεί το συγκεκριμένο άρθρο δόθηκε από μια συζήτηση με έναν πατέρα οκτάχρονου αγοριού που παίζει ποδόσφαιρο σε μία ακαδημία της Αττικής. Ο προβληματισμός του, λοιπόν, ήταν πως το παιδί του θα μπορέσει να κάνει επαγγελματική καριέρα αλλά με την προϋπόθεση πως αυτή θα γίνονταν εκτός Ελλάδας και μόνο στην Μπαρτσελόνα.
«Εχεις δει τον Μέσι; Ο πιτσιρικάς θα γίνει πολύ καλύτερος. Εχουν έρθει και τον έχουν δει από την Ισπανία και τον ζήτησαν στην ακαδημία τους η Λεβάντε και η Ντεπορτίβο λα Κορούνια. Δε θέλω, όμως, να πάει εκεί και δεν θα πάει. Εγώ θέλω να πάει στην Μπαρτσελόνα. Μόνο για εκεί είναι το παιδί μου. Πες μου, πως μπορούμε να το κάνουμε». Σε αυτή την ερώτηση φυσικά και απάντηση δεν πήρε αλλά του κάναμε μία ερώτηση:
«Γιατί δεν θέλει να πάει πουθενά αλλού και όταν είναι έτοιμος και εφόσον είναι καλός να φτάσει στο πάνω ράφι που είναι η Μπαρτσελόνα;»
Η απάντηση έδωσε τέλος στην συζήτηση αλλά κατέδειξε και το πρόβλημα: «Το όνειρό μου, που είναι και δικό του είναι αυτό. Δεν θέλω να παιδευτούμε με άλλες ομάδες. Μόνο για την Μπαρτσελόνα είναι ο μικρός».
Δεν χρειάζεται να έχει σπουδάσει κανείς ψυχολογία για να καταλάβει πως στην συγκεκριμένη περίπτωση το πρόβλημα είναι πολύ μεγάλο και για την ιστορία θα πρέπει να σημειώσουμε πως όντως ο μικρός έχει πολύ καλά στοιχεία και τον ζήτησαν οι ομάδες που αναφέρθηκαν πιο πάνω. Δεν πήγε, όμως, ποτέ όχι γιατί δεν είχε τη δυνατότητα αλλά γιατί δεν του έκανε πρόταση η Μπαρτσελόνα.
Όταν η μάνα έπιασε από το μαλλί την κόρη
Και επειδή στο μυαλό τους έχουν πάρα πολλοί μόνο τους πατεράδες να πιέζουν τα παιδιά, έχει σημασία να δούμε και την αντίδραση μίας μητέρας όταν η κόρη της δεν μπόρεσε να πάρει την πρωτιά. Πανελλήνιο πρωτάθλημα κολύμβησης και γίνεται ο τελικός όπου η πρωταγωνίστρια-θύμα της ιστορίας μας παίρνει την δεύτερη θέση χάνοντας το χρυσό για εκατοστά του δευτερολέπτου.
Ολοι χειροκροτούσαν τις νικήτριες και τα υπόλοιπα παιδιά, εκτός από τη μητέρα της κοπέλας που κατέβηκε στην πισίνα και πιάνοντας την από το μαλλί της έκανε παρατηρήσεις για τον τρόπο που αγωνίστηκε! Ολα αυτά μπροστά σε όλο τον κόσμο και το κλάμα της μικρής μπορεί σε κάποιους να ήταν μαχαιριά στην καρδιά αλλά είναι σίγουρο πως για την ίδια ο πόνος είναι αβάσταχτος.
«Μην τον ακούς, πέρασέ τους όλους αγόρι μου»
Επόμενος σταθμός ένα γήπεδο ποδοσφαίρου που παίζουν ομάδες ακαδημιών στα βόρεια προάστια της Αττικής. Κυριακή μεσημέρι και ο αγώνας ανάμεσα σε ομάδες κάτω των 10 ετών είναι σε εξέλιξη. Ο μικρός έχει τη μπάλα και ο προπονητής από τον πάγκο του δίνει οδηγία να δώσει πάσα. Δεν είναι, όμως, μόνο αυτός που δίνει οδηγίες.
Ο πατέρας του κρεμασμένος από τα σύρματα ωρύεται πάνω από τον προπονητή: «Μην τον ακούς, πέρασέ τους όλους αγόρι μου. Είσαι παικταράς, παίξε μόνος σου».
Το παιδί στην επιλογή να ακούσει τον προπονητή ή τον πατέρα του αποφάσισε να ακούσει αυτόν που έχει πρότυπο και που είναι, βέβαια, ο πατέρας του. Όντως, τους πέρασε όλους και πέτυχε γκολ αλλά -όπως θα έπρεπε- ο προπονητής του του έκανε παρατηρήσεις και τον έβγαλε από τον αγωνιστικό χώρο.
Η λεπτομέρεια είναι πως, τη στιγμή που ο πατέρας του ούρλιαζε πανηγυρίζοντας, ο μικρός ξέροντας πως αυτό που έκανε δεν είναι σωστό δεν πανηγύρισε μαζί με τα άλλα παιδιά που έτρεξαν να τον αγκαλιάσουν αλλά πήγε κατευθείαν στον προπονητή του ξέροντας πως θα βγει έξω.
Αυτό που ακολούθησε ήταν ο πατέρας να τσακώνεται με τον προπονητή για περίπου 20 λεπτά και στο τέλος να πάρει το παιδί του και να φύγει από το γήπεδο λέγοντας πως δεν θα τον ξαναπάει για προπόνηση.
«Τα παράτησα στα 17 κι έφταιγε ο πατέρα μου»
Ο Λευτέρης Α. είναι τώρα 33 ετών και εργάζεται σε τουριστικό γραφείο στον Πειραιά. Πριν από 16 χρόνια ήταν ένα παιδί που υπόσχονταν πολλά παίζοντας ποδόσφαιρο. Αγωνιζόταν σε μία από τις ερασιτεχνικές ομάδες του Πειραιά κι είχε αρχίσει να προσελκύει το ενδιαφέρον αρκετών ανθρώπων στον χώρο του ποδοσφαίρου.
Σε μία από αυτές τις «παρακολουθήσεις» η ομάδα του κέρδισε πέναλτι και όπως συνηθίζονταν, αυτός ήταν που το εκτέλεσε. Αυτή τη φορά η μπάλα δεν του έκανε το χατίρι και έφυγε άουτ. Απογοητεύτηκε, αλλά συνέχισε να παίζει και τελικά η ομάδα του έχασε με 1-0. Στο τέλος του αγώνα ο πατέρας του τον πλησίασε και του είπε «μόλις έχασες την ευκαιρία σου. Τους βλέπεις αυτούς ήρθαν να σε δουν και εσύ πήγες και έχασες το πέναλτι. Ηθελα να ήξερα που το είχες το μυαλό σου; Δεν γίνονται έτσι οι ποδοσφαιριστές αγόρι μου».
Αυτές ήταν και οι τελευταίες κουβέντες που του είπε ο πατέρας του για την μπάλα, καθώς όταν γύρισε στο σπίτι τα πέταξε όλα και δεν ξανάπαιξε ποτέ ποδόσφαιρο. Μας μίλησε για εκείνη τη στιγμή και για το τι ακολούθησε:
«Στα 17 μου σταμάτησα να παίζω μπάλα εξαιτίας αυτής της συμπεριφοράς. Δεν του κρατάω κακία, πατέρας μου είναι αλλά έφταιγε που τα παράτησα. Με πίεζε πάρα πολύ και εκείνη την ημέρα η σταγόνα ξεχείλισε το ποτήρι. Ξέρεις, όμως, ποιο είναι το κακό; Αρχισα να κάνω βλακείες. Ξεκίνησα το κάπνισμα, δεν έτρωγα καλά και την ώρα που ήμουν στις προπονήσεις τις περνούσα στις καφετέριες ή στο σπίτι να βλέπω τηλεόραση. Δεν ξέρω αν θα έκανα καριέρα, αλλά αυτό που ξέρω είναι πως θα έκανα πολύ καλύτερη ζωή αν δεν είχα κόψει την μπάλα».
«Πήγα να καταστρέψω το παιδί μου. Ευτυχώς το κατάλαβα νωρίς»
Μια παρόμοια στάση τήρησε και ο Βαγγέλης Α. που κατοικεί στο Χαλάνδρι. Αυτή τη στιγμή ο γιος του είναι 13 ετών και συνεχίζει να παίζει μπάλα σε ομάδα της περιοχής του μόνο που αντί να είναι με το άγχος μην κάνει κάτι λάθος, πλέον χαίρεται όσο τίποτα άλλο με το να παίζει με τους φίλους του. Και όμως για δύο χρόνια είχε σταματήσει να παίζει ποδόσφαιρο και ήταν στα πρόθυρα της κατάθλιψης εξαιτίας της συμπεριφοράς του πατέρα του. Γνωρίζοντας την ιστορία, όταν τον ενημερώσαμε για το θέμα που ετοιμάζαμε ήταν διστακτικός να μας μιλήσει αλλά το έκανε με την ευχή να βοηθήσει όσους γονείς ακόμη δεν έχουν καταλάβει τι έγκλημα διαπράττουν.
«Όταν ξεκίνησε να παίζει μπάλα το παιδί φαίνονταν πως είχε δυνατότητες αλλά στα δικά μου τα μάτια ήταν πολύ μεγαλύτερες από ότι ήταν πραγματικά. Για την ακρίβεια δεν ξέρω τι δυνατότητες έχει το παιδί και μόνο τώρα που έχω μια φυσιολογική σχέση με τον προπονητή του αρχίζω να καταλαβαίνω πράγματα. Περίμενα όλη την εβδομάδα για να τον πάω στο γήπεδο να τον δω να παίζει. Μόνο που δεν χαιρόμουν που τον έβλεπα αλλά έκανα το ένα τσιγάρο μετά το άλλο από την αγωνία μου. Μετρούσα πόσες χαμένες πάσες έκανε, πόσα γκολ δεν έβαλε, πότε δεν έκοψε τον αντίπαλό του και στη συνέχεια τον κατσάδιαζα. Ποτέ δεν θυμάμαι τον εαυτό μου να του είπα μπράβο και ότι και να μου έλεγε ο προπονητής του εγώ συνέχιζα αυτή την τακτική.
Κάποια στιγμή, όταν το παιδί πήγε στα 11 αρνήθηκε να πάει για προπόνηση. Όταν τον ρώτησα γιατί δεν μου απάντησε, μόνο έκλαιγε και μου είπε πως δεν θέλει να πάρει ποτέ ξανά για ποδόσφαιρο γιατί δεν του αρέσει. Θύμωσα. Φώναξα και για καιρό δεν μπορούσα να καταλάβω τη στάση του. Και όμως το παιδί μαράζωνε. Εφυγε από κοντά μου και έδειχνε να μην έχει πλέον ενδιαφέροντα. Η γυναίκα μου με πίεσε για να ζητήσουμε τη γνώμη του ειδικού και η διάγνωση ήταν η μεγαλύτερη σφαλιάρα της ζωής μου: Έντονο στρες που έφερε το παιδί στα όρια της κατάθλιψης. Μας πήρε χρόνο μέχρι να μου ζητήσει ο ίδιος να πάει για μπάλα και πλέον τον βλέπω και τον χαίρομαι. Μακάρι να μην του είχα κάνει ζημιά αλλά δυστυχώς το δικό μου απωθημένο με τύφλωσε».
Τι λέει ένας επτάχρονος που παίζει μπάλα
Επειδή πολλά είπαν οι μεγάλοι είναι καιρός να διαβάσουμε και το τι λέει ένα παιδί επτά ετών που παίζει ποδόσφαιρο. Ο Παναγιώτης πηγαίνει στη δευτέρα δημοτικού και παράλληλα είναι γραμμένος σε ακαδημία ποδοσφαίρου σε πόλη της επαρχίας. Δεν θέλαμε να τον ρωτήσουμε πολλά αλλά μόνο ένα πράγμα: γιατί θέλει να πηγαίνει για προπόνηση:
«Γιατί μου αρέσει να τρέχουμε. Επειδή μαθαίνω να κάνω ντρίμπλες και να κάνω και άλλα καλά πράγματα. Μου αρέσει πολύ που τρέχουμε, που βάζουμε πολλά γκολ. Μου αρέσει να βλέπω τους φίλους μου και όταν μεγαλώσω θέλω να γίνω ποδοσφαιριστής. Μερικές φορές στο σχολείο μου μιλάμε με τους φίλους μου για τις προπονήσεις και για την μπάλα. Όταν κάτι γίνει και δεν μπορούν να με πάνε για προπόνηση στενοχωριέμαι λίγο αλλά μου περνάει μετά και περιμένω την επόμενη φορά. Τον προπονητή μας τον ακούμε γιατί αυτός ξέρει τι πρέπει να κάνουμε».
Στα παραπάνω λόγια δεν θελήσαμε να κάνουμε καμία τροποποίηση, δεν αλλάξαμε ή σβήσαμε λέξεις μόνο και μόνο γιατί αυτές οι ατάκες δεν χρειάζονται παρεμβάσεις για να αποδώσουν το νόημά τους. Είναι η αλήθεια ενός μικρού αλλά πραγματικού πρωταγωνιστή της ιστορίας μας και καταδεικνύει τον τρόπο που προσεγγίζει ένα παιδί το άθλημα ή καλύτερα το παιχνίδι, γιατί σε τέτοιες ηλικίες μόνο αυτό έχει σημασία.
Κυριάκος Αθανασίου: Η αξία του ρίσκου για τα παιδιά
Ο Κυριάκος Αθανασίου είναι υπεύθυνος των ακαδημιών της Θύελλας Αιγίου. Κάθε ημέρα συναναστρέφεται με δεκάδες παιδιά και άλλους τόσους γονείς και είναι σε θέση να μας μιλήσει για το μεγάλο κέρδος που θα έχουν όλα τα παιδιά αν οι γονείς τους τα αφήσουν να ρισκάρουν. Στο άρθρο που μας έστειλε αναφέρει χαρακτηριστικά:
«Στις μέρες μας τα παιδιά μεγαλώνουν με ένα «τοίχο προστασίας» γύρω τους, πάντα με τις καλύτερες προθέσεις από τους γονείς, που τα εμποδίζει, όμως, να αντιληφθούν πως το λάθος και η αποτυχία είναι μέρος του παιχνιδιού. ‘’Αν δεν κάνεις λάθος δεν θα μάθεις’’ μας έλεγαν οι γονείς μας, ενώ τώρα ακούω γονείς να λένε ‘’θα σου πω εγώ παιδί μου τι πρέπει να κάνεις’’, αποδυναμώνοντας το στοιχείο της πρωτοβουλίας στα παιδιά.
Αυτό έχει ως συνέπεια τα παιδιά να διστάζουν, να μην παίρνουν ρίσκα και να κρατάνε αμυντική στάση σε ένα άθλημα που θα σε «καταπιεί» αν δεν είσαι ηγέτης.
Έτσι, λοιπόν, παιδιά με πολλές δυνατότητες και αναμφισβήτητο ταλέντο μένουν «στάσιμα» ή αν θέλετε δεν εξελίσσονται με τους ρυθμούς που θα μπορούσαν να το κάνουν, επειδή δεν έχουν μάθει να ρισκάρουν.
Οσο σημαντικό, λοιπόν, είναι να καθοδηγούμε τα παιδιά και να τα νουθετούμε, άλλο τόσο είναι να τα μάθουμε να εκφράζονται ελεύθερα, να ρισκάρουν και να επωμίζονται τις ευθύνες των επιλογών τους.
Κι αν κάνουν λάθος να τους πούμε ‘’δεν πειράζει, θα τα καταφέρεις την επόμενη φορά, σημασία έχει ότι προσπάθησες’’ και όχι ‘’στα έλεγα εγώ’’. Η αξία της προσωπικής ευθύνης είναι ανεκτίμητη καθώς κάνει πιο σημαντική την κάθε νίκη και υποβαθμίζει τη σημασία της εκάστοτε αποτυχίας.
Κανείς δεν έχασε επειδή ρίσκαρε. Στην καλύτερη περίπτωση κέρδισε, στη χειρότερη κάτι έμαθε!
Αν ένα παιδί ζει μέσα στην κριτική:
Μαθαίνει να κατακρίνει.
Αν ένα παιδί ζει μέσα στην έχθρα:
Μαθαίνει να καυγαδίζει.
Αν ένα παιδί ζει μέσα στην ειρωνεία:
Μαθαίνει να είναι ντροπαλό.
Αν ένα παιδί ζει μέσα στην ντροπή:
Μαθαίνει να είναι ένοχο.
Αν ένα παιδί ζει μέσα στην κατανόηση:
Μαθαίνει να είναι υπομονετικό.
Αν ένα παιδί ζει μέσα στον έπαινο:
Μαθαίνει να εκτιμά.
Αν ένα παιδί ζει μέσα στη δικαιοσύνη:
Μαθαίνει να είναι δίκαιο.
Αν ένα παιδί ζει μέσα στην ασφάλεια:
Μαθαίνει να πιστεύει.
Αν ένα παιδί ζει μέσα στην επιδοκιμασία:
Μαθαίνει να έχει αυτοεκτίμηση.
Αν ένα παιδί ζει μέσα στην παραδοχή και φιλία:
Μαθαίνει να βρίσκει την αγάπη μέσα στον κόσμο».