Εθισμός στην Άθληση;

372

Αναμφίβολα η φυσική δραστηριότητα επιφέρει πολλά οφέλη στη ζωή μας τόσο σε σωματικό όσο και σε κοινωνικό και ψυχολογικό επίπεδο. Τι γίνεται όμως όταν η άθληση γίνεται εμμονή? Οι έρευνες αναφορικά με τον Εθισμό στην Άθληση ξεκίνησαν την δεκαετία του 1970 όταν οι επιστήμονες αναγνώρισαν συγκεκριμένα επιβλαβή σημάδια και χαρακτηριστικά σε ορισμένα άτομα τα οποία ασχολούνταν συστηματικά με τη φυσική δραστηριότητα, και τα οποία εμφανίζονταν 24-36 ώρες μετά από τη μη υλοποίηση μιας προγραμματισμένης προπόνησης.

Άγχος, ενοχές, ένταση, κόπωση, δυσφορία, απάθεια, νωθρότητα, μείωση της όρεξης, υπνηλία, πονοκέφαλοι ήταν κάποια από τα συμπτώματα τα οποία καταγράφονταν ως ιδιαιτέρως δυσλειτουργικά και εμπόδιζαν τα άτομα στην καθημερινότητα τους.

Στις μέρες μας τα διαγνωστικά κριτήρια για να χαρακτηριστεί ένα άτομο ότι πάσχει από εθισμό στην άσκηση σύμφωνα με το DSM-IV είναι:

– η συνεχής ενασχόληση με τη φυσική δραστηριότητα σε βαθμό τέτοιο, ώστε να είναι το πιο σημαντικό πράγμα στη ζωή του

– οι διαρκείς συγκρούσεις με τον άμεσο κοινωνικό περίγυρο αναφορικά με τις ώρες συμμετοχής του σε κάποια φυσική δραστηριότητα

– η διαρκής ανάγκη για αυξανόμενη προπόνηση προκειμένου να πετύχει το αποτέλεσμα

– το διαρκές και αυξανόμενο άγχος που νιώθει όταν ο αριθμός των προπονήσεων δεν είναι αυτός που το άτομο επιδιώκει και

– η αδυναμία να ελέγξει το χρόνο που αφιερώνει στην άσκηση.

Συνέπειες Εξάρτησης στην Άθληση

Είναι πια αποδεδειγμένο ότι το άτομο το οποίο έχει εξάρτηση βιώνει χαμηλή ποιότητα ζωής και χάνει τις προσωπικές του ισορροπίες. Εμφανίζει μειωμένο ενδιαφέρον για κοινωνικές συναναστροφές και επαφές, συνεχίζει να προπονείται σκληρά παρά την ύπαρξη τραυματισμού ή πόνου και οι προπονήσεις χαρακτηρίζονται από στερεοτυπικές ιδέες και συμπεριφορές προκειμένου να μη «βγει» έξω από το πρόγραμμα του.

Ο εθισμός στην άσκηση μπορεί να εμφανίζεται ως πρωτογενή διαταραχή ή ως δευτερογενής διαταραχή (εθισμός που προκύπτει επειδή προϋπάρχει ή υπερισχύει η διατροφική διαταραχή). Αποτελέσματα ερευνών αναφέρουν ότι το μεγαλύτερο ποσοστό εμφανίζεται μεταξύ εκείνων των ατόμων που ασχολούνται με το τρέξιμο (50%), ακολουθούν σε ποσοστό 28% τα άτομα που κάνουν γενικά φυσική δραστηριότητα και τα άτομα που ασχολούνται με τα βάρη σε ποσοστό 7,8%. Πίσω από αυτή τη διαταραχή μπορεί να υποκρίπτονται συμπτώματα νευρωτισμού, ψύχωσης, υπομανίας, παρορμητικότητας, και εξωστρέφειας.

Το ψυχολογικό προφίλ των ατόμων τα οποία εμφανίζουν τα παραπάνω ποσοστά περιλαμβάνει υψηλό άγχος, τελειοθηρισμό, εμμονές και ναρκισσισμό.

Άτομα τα οποία ξεκινούν μια δραστηριότητα – κατά βάση το τρέξιμο – σε πιο μεγάλη από τη συνήθη ηλικία, αισθάνονται ότι πρέπει να αναπληρώσουν το χαμένο χρόνο και αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να ακολουθούν δρομικά προγράμματα τα οποία δεν βασίζονται σε προπονητικές αρχές. Η ξαφνική αλλαγή από τον καθιστικό στον πιο αθλητικό τρόπο ζωής, το συνεχές ανικανοποίητο αίσθημα ότι η προπόνηση είναι λίγη και πρέπει να καλύψω το χαμένο έδαφος καθώς, επίσης, και το απότομο-πρωτόγνωρο αίσθημα επάρκειας που νιώθουν επειδή αντιλαμβάνονται ότι βελτιώνεται η φυσική τους κατάσταση οδηγεί τα άτομα να «φορτώνουν» χιλιόμετρα και προπονήσεις θέτοντας αθλητικούς στόχους πολύ υψηλότερους από αυτούς που θα έπρεπε να βάλουν τη δεδομένη χρονική στιγμή για το επίπεδο της φυσικής τους κατάστασης αλλά και την ηλικία τους.

Πέρα από τους κινδύνους που εγκυμονεί το παραπάνω εγχείρημα, πολλές φορές έχει σαν αποτέλεσμα να αποκαρδιώνει και να ματαιώνει τα άτομα εξαιτίας του γεγονότος ότι δεν μπορούν να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις και τις ανάγκες του αγώνα με αποτέλεσμα στο τέλος ή να εγκαταλείπουν την προσπάθεια ή να εθίζονται περισσότερο στον ολοένα αυξανόμενο όγκο προπόνησης.

Επιπλέον, κάτι που μπορεί να προκαλεί εντύπωση είναι το γεγονός ότι υψηλά ποσοστά εθισμού στην άσκηση έχουν εμφανιστεί σε επαγγελματίες αθλητές οι οποίοι έχουν τερματίσει την επαγγελματική αθλητική τους καριέρα. Η μη αποδοχή του γεγονότος της απόσυρσης από την ενεργό αθλητική δράση και η έλλειψη εναλλακτικού επαγγελματικού προσανατολισμού σε συνδυασμό με την αλλαγή του τρόπου ζωής μετά τον τερματισμό της καριέρας οδηγεί κάποιους από τους αθλητές σε αισθήματα κατάθλιψης και χαμηλής αυτό-εκτίμησης με συνέπεια τη ψυχαναγκαστική πια ενασχόληση με την απλή και όχι σε επίπεδο πρωταθλητισμού φυσική δραστηριότητα, η οποία μπορεί να φτάσει σε σημείο εξάρτησης και σε ένα μικρό ποσοστό έχει οδηγήσει σε άλλες εξαρτήσεις όπως το αλκοόλ και οι ουσίες.

Όπως κάθε τι ακραίο έτσι και η υπερβολική προσκόλληση στην άσκηση έχει και ψυχολογικές και σωματικές επιπτώσεις. Διαταραγμένος ύπνος, ορμονικές διαταραχές, ζάλη, δυσλειτουργική οργάνωση σκέψης, αφυδάτωση, υπερκόπωση, αποδιοργανωμένη προσωπικότητα, ευερεθιστότητα, ανηδονία κ.α. είναι μερικές από αυτές.

 

Πηγή : www.e-psychology.gr